Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2014

ΜΑΘΑΙΝΟΝΤΑΣ ΝΑ ΖΟΥΜΕ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΕΡΤΑΣΗ



Η αυξημένη αρτηριακή πίεση (αρτηριακή υπέρταση) αποτελεί στην εποχή μας την πιο συχνή αιτία για την οποία οι άνθρωποι, τουλάχιστον των αναπτυγμένων χωρών, επισκέπτονται το γιατρό τους. Υπολογίζεται ότι περισσότερο από το 20% των ενηλίκων έχει υπέρταση, ότι ένας στους τρεις από αυτούς δεν το γνωρίζει και από αυτούς που το γνωρίζουν λιγότεροι από τους μισούς προσπαθούν να την αντιμετωπίσουν. Τελικά σ' όλο τον κόσμο μόνο το 15-20% των υπερτασικών ρυθμίζει την πίεσή του.

Είναι εμφανής λοιπόν ο κίνδυνος, καθότι όσο μεγαλύτερη είναι η αρτηριακή πίεση τόσο μεγαλύτερος και ο κίνδυνος εμφάνισης σοβαρών επιπλοκών, όπως η στεφανιαία νόσος, το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο και η καρδιακή ανεπάρκεια, από μια πάθηση που είναι εύκολη στη διάγνωση και εύκολα θεραπεύεται.

Τι είναι η αρτηριακή πίεση; 

Η αρτηριακή πίεση είναι απαραίτητη για τον οργανισμό, γιατί χωρίς αυτήν το αίμα δεν θα κυκλοφορούσε στο σώμα και δεν θα μεταφέρονταν στα διάφορα όργανα οξυγόνο και άλλες χρήσιμες ουσίες........

Όταν η καρδιά συστέλλεται, το αίμα προωθείται σπρώχνοντας τα τοιχώματα των αρτηριών και υποχρεώνοντάς τες να διασταλούν. Οι αρτηρίες, μικρές ή μεγάλες, αντιστέκονται στη ροή του αίματος. Το μέτρο της καθαρής δύναμης, που στη συστολή της καρδιάς σπρώχνει τα τοιχώματα των αγγείων προς τα έξω, είναι γνωστό ως συστολική αρτηριακή πίεση. Μετά τη συστολή η καρδιά χαλαρώνει και τα τοιχώματα των αγγείων επανακάμπτουν. Μια μέτρηση εκείνη τη στιγμή αντιπροσωπεύει τη διαστολική αρτηριακή πίεση.
Τα αγγεία που είναι κοντά στην καρδιά έχουν διάμετρο όση περίπου και ο αντίχειρας, αλλά όσο απομακρυνόμαστε σε διάφορα μέρη του σώματος διακλαδίζονται και γίνονται όλο και μικρότερα. Οι μικρότερες αρτηρίες λέγονται αρτηριόλια και υποδιαιρούνται σε ακόμη μικρότερα αγγεία, τα τριχοειδή. Το αίμα περνάει από τα τριχοειδή σε πολύ μικρές φλέβες, μετά σε μεγαλύτερες και τελικά επιστρέφει στην καρδιά. Η καρδιά μαζί με τις αρτηρίες και τις φλέβες αποτελούν το καρδιαγγειακό ή κυκλοφορικό σύστημα.

Τι ρυθμίζει την αρτηριακή πίεση;

Ένα πολύπλοκο σύστημα ελέγχει τη ροή του αίματος και ρυθμίζει την αρτηριακή πίεση. Αν ο οργανισμός δεν διέθετε τέτοιο σύστημα, το αίμα π.χ. θα λίμναζε στα πόδια μας όταν θα σηκωνόμασταν όρθιοι, η πίεσή μας θα έπεφτε και θα αισθανόμασταν πολύ αδύναμοι.
Οι παράγοντες που επηρεάζουν την αρτηριακή πίεση είναι πολλοί και σε αρκετούς ο τρόπος δράσης είναι δύσκολο να κατανοηθεί. Μερικοί από αυτούς είναι:
Η δύναμη με την οποία ο καρδιακός μυς προωθεί το αίμα.
Η συνολική ποσότητα το αίματος που κυκλοφορεί στο σώμα.
Η γενική κατάσταση των αρτηριών και κυρίως η αντίστασή τους στην κυκλοφορία του αίματος.

Υπάρχει σημαντική μεταβολή της αρτηριακής πίεσης κατά το 24ωρο;

Κατά τη διάρκεια του 24ώρου μια περιοδική αλλαγή συμβαίνει όχι μόνο στην αρτηριακή πίεση, αλλά και στη λειτουργία της καρδιάς και σε άλλα μέρη του κυκλοφορικού συστήματος.
Φυσιολογικά η αρτηριακή πίεση κυμαίνεται κατά τη διάρκεια της ημέρας, πέφτει κατά τη νύχτα, αλλά τις πρώτες πρωινές ώρες αυξάνεται. Πολλοί πιστεύουν ότι η πρωινή αύξηση της αρτηριακής πίεσης μπορεί να είναι η αιτία αρκετών καρδιακών επεισοδίων, που είναι αλήθεια ότι συμβαίνουν συχνότερα τις πρώτες πρωινές ώρες. Οι υπερτασικοί παρουσιάζουν επίσης ρυθμικές μεταβολές, αλλά σε υψηλότερες τιμές αρτηριακής πίεσης.
Το τι κάνουμε και πώς αισθανόμαστε οποιαδήποτε στιγμή, μπορεί να προκαλέσει αλλαγές στην αρτηριακή πίεση. Για παράδειγμα, μπορεί η πίεση να αυξηθεί αν είμαστε εκνευρισμένοι και να μειωθεί, αν είμαστε ήρεμοι.

Τι σημαίνει υψηλή αρτηριακή πίεση
ή υπέρταση;

Οι περισσότεροι γιατροί συμφωνούν ότι η ιδανική αρτηριακή πίεση για τους ενήλικες δεν πρέπει να ξεπερνά τα 120 / 80 mm Hg. Η αρτηριακή πίεση είναι υψηλή όταν η συστολική ή η διαστολική ή και οι δύο αυξάνονται και παραμένουν πάνω από τα φυσιολογικά όρια, που για τη συστολική θεωρούνται τα 140 mmHg ενώ για τη διαστολική τα 90 mmHg.

Τι προκαλεί την υπέρταση;

Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι η υπέρταση είναι αποτέλεσμα του άγχους, της καθιστικής ζωής, της παχυσαρκίας και γενικά της έντασης. Η πραγματικότητα είναι ότι ούτε οι γιατροί γνωρίζουν την ακριβή αιτία της δημιουργίας της, τουλάχιστον για το 95% των περιπτώσεων και πιστεύουν ότι οφείλεται σε συνδυασμό πολλών παραγόντων, γι' αυτό και συνήθως μιλάμε για "πρωτοπαθή υπέρταση" ή "ιδιοπαθή υπέρταση". Στον μικρό αριθμό των περιπτώσεων - κάτω από το 5% - που η αιτία είναι γνωστή, την ονομάζουμε "δευτεροπαθή υπέρταση".
Αιτίες της δευτεροπαθούς υπέρτασης είναι βλάβες των νεφρών, αλλοιώσεις των αγγείων, ορμονικές διαταραχές και συγγενείς ανωμαλίες. Μερικές από αυτές τις περιπτώσεις μπορούν να διορθωθούν με εγχείριση ή να ελεγχθούν με φάρμακα. Άλλες περιπτώσεις μπορεί να οφείλονται σε φάρμακα. Σ' αυτές τις περιπτώσεις η αρτηριακή πίεση επανέρχεται στο φυσιολογικό μετά την τροποποίηση της δόσης ή τη διακοπή αυτών των φαρμάκων.

Ποια είναι τα συμπτώματα της υπέρτασης;

Η υπέρταση συνήθως δεν προκαλεί συμπτώματα ή προειδοποιητικά σημεία, αντίθετα με ό,τι πιστεύει ο περισσότερος κόσμος. Συνήθως δε νιώθουμε την πίεση, ακόμα και όταν είναι ασυνήθιστα υψηλή. Λίγα άτομα μπορεί να έχουν συμπτώματα, όπως αδιαθεσία, πονοκέφαλο ή ρινορραγία, τα οποία μπορεί να υπάρχουν και σε άλλες παθολογικές καταστάσεις.
Έτσι η συντριπτική πλειοψηφία των υπερτασικών δεν γνωρίζει ότι έχει υψηλή αρτηριακή πίεση, εκτός αν τη μετρήσει τυχαία.

Ποιος πάσχει από υπέρταση;

Θεωρητικά θα μπορούσε να συμβεί στον καθένα. Πολλοί πιστεύουν ότι μόνο ο αγχώδης και νευρικός τύπος ανθρώπου πάσχει. Τα στοιχεία όμως δείχνουν ότι ακόμη και οι ήρεμοι άνθρωποι μπορεί να έχουν υπέρταση, η οποία τελικά θεωρείται μια συνηθισμένη ασθένεια.
Οι στατιστικές πάντως δείχνουν ότι οι ακόλουθες καταστάσεις συμβάλλουν με κάποιο τρόπο στην παρουσία ιδιοπαθούς υπέρτασης :

Το οικογενειακό ιστορικό.

Μερικές οικογένειες φαίνεται να πάσχουν σε μεγαλύτερη συχνότητα από υψηλή αρτηριακή πίεση. Αν και οι δύο γονείς έχουν υπέρταση, ο κίνδυνος να παρουσιάσουν και τα παιδιά τους είναι περίπου 50%.

Η ηλικία.

Η υπέρταση μπορεί να παρατηρηθεί σε οποιαδήποτε ηλικία, αλλά είναι πιο συχνή στους ηλικιωμένους. Σχεδόν οι μισοί άνθρωποι πάνω από την ηλικία των 65 ετών έχουν υπέρταση, της οποίας η διάγνωση γίνεται συνήθως μεταξύ των 35 και των 50 ετών.

Το φύλο.

Πριν από την ηλικία των 50 ετών η υπέρταση παρουσιάζεται πιο συχνά στους άνδρες.
Η συχνότητα εμφάνισής της στις γυναίκες αλλάζει μετά την εμμηνόπαυση και μετά την ηλικία των 50 - 55 ετών πιο πολλές γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες πάσχουν από υπέρταση.

Η φυλή.

Έχει παρατηρηθεί ότι η υπέρταση είναι πιο συχνή στη μαύρη φυλή απ' ό,τι στη λευκή, για όλες τις ηλικίες μετά την εφηβεία. Επίσης, για ένα συγκεκριμένο επίπεδο υψηλής αρτηριακής πίεσης, μεγαλύτερες βλάβες συμβαίνουν στα άτομα της μαύρης φυλής απ' ό,τι της λευκής.

Το σωματικό βάρος.

Η υψηλή αρτηριακή πίεση παρατηρείται συχνότερα σε παχύσαρκα άτομα, τα οποία αποτελούν πλέον το ένα τρίτο του πληθυσμού στις αναπτυγμένες χώρες. Απώλεια σωματικού βάρους συνοδεύεται από πτώση της αρτηριακής πίεσης. Υπολογίζεται ότι στην ηλικία των 40 - 50 ετών οι παχύσαρκοι παρουσιάζουν πέντε φορές συχνότερα υπέρταση.

Το αλάτι.

Έχει βρεθεί ότι υπάρχει σχέση μεταξύ της υπέρτασης και της κατανάλωσης αλατιού. Ο μέτριος περιορισμός του αλατιού στη διατροφή μας αποδεδειγμένα μειώνει την αρτηριακή πίεση και οι άνθρωποι που έχουν την τάση να παρουσιάζουν υψηλή πίεση είναι πολύ πιθανόν να τη χειροτερεύουν τρώγοντας αλατισμένα φαγητά.

Το άγχος.

Το άγχος μπορεί να οδηγήσει σε επίμονη υπέρταση, αν και δεν παύουν να υπάρχουν αμφιβολίες από πολλούς επιστήμονες. Για να εμφανίσει κάποιος υπέρταση δεν έχει σημασία μόνο το μέγεθος του στρες στο οποίο εκτίθεται, αλλά και ο τρόπος που το αντιμετωπίζει.


Τα αντισυλληπτικά χάπια και η εγκυμοσύνη.

Τα αντισυλληπτικά αυξάνουν την αρτηριακή πίεση σε μια μερίδα γυναικών, ιδιαίτερα σε εκείνες με αυξημένο σωματικό βάρος. Οι γυναίκες αυτές, εκτός του ότι πρέπει να ελέγχουν τακτικά την πίεσή τους, πρέπει να δοκιμάσουν άλλες μεθόδους αντισύλληψης μετά από συζήτηση με τον γιατρό τους και με κέντρα οικογενειακού προγραμματισμού.
Φυσιολογικά, η αρτηριακή πίεση πέφτει στους τρεις πρώτους μήνες της κύησης, ακόμη και σε γυναίκες που είναι υπερτασικές. Μπορεί να αυξηθεί όμως αργότερα, προς τους τελευταίους μήνες της εγκυμοσύνης. Η υπέρταση που εμφανίζεται κατά την εγκυμοσύνη είναι σοβαρό πρόβλημα για τη μητέρα και το έμβρυο και χρειάζεται σωστή παρακολούθηση και θεραπεία με φάρμακα, ιδίως τις εβδομάδες πριν από τον τοκετό. Μετά τον τοκετό συνήθως η πίεση επανέρχεται σε φυσιολογικά επίπεδα. Σε σοβαρές περιπτώσεις η έγκυος αναπτύσσει τοξιναιμία της κύησης, μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση για τη ζωή της.
Πρέπει όμως να γίνει κατανοητό ότι η υπέρταση δεν αποτελεί αντένδειξη για τις γυναίκες που θέλουν να αποκτήσουν παιδί.

Άλλοι παράγοντες.

Άλλοι παράγοντες ή καταστάσεις που μπορεί να σχετίζονται με την αύξηση της αρτηριακής πίεσης είναι η μειωμένη σωματική άσκηση, η κατάχρηση αλκοόλ, ο σακχαρώδης διαβήτης, οι παθήσεις του θυρεοειδούς, το κάπνισμα κλπ.

Η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης.

Η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης περιγράφεται με δύο αριθμούς. Ο πρώτος αντιστοιχεί στη συστολική πίεση και ο δεύτερος στη διαστολική. Και οι δύο πιέσεις μετρώνται σε mm της στήλης υδραργύρου. Η αρτηριακή πίεση μετριέται με μια συσκευή που λέγεται σφυγμομανόμετρο (πιεσόμετρο). Η συσκευή αυτή αποτελείται από μια περιχειρίδα, μια ελαστική "φούσκα" και από ένα μανόμετρο (μετρητή της πίεσης).

Η συστολική πίεση.

Προσαρμόζουμε την περιχειρίδα στον βραχίονα 2-3 εκατοστά πάνω από τον αγκώνα και φουσκώνουμε τον αεροθάλαμο, έτσι ώστε η ένδειξη του μανόμετρου ν' ανέβει και να διακοπεί η ροή του αίματος στην αρτηρία του βραχίονα. Τοποθετούμε το στηθοσκόπιο κάτω από την περιχειρίδα, επάνω στην αρτηρία, στο ύψος του αγκώνα ξεφουσκώνουμε σιγά - σιγά τον αεροθάλαμο και ακούμε τον πρώτο ήχο που παράγεται στην αρτηρία καθώς το αίμα αρχίζει πάλι να ρέει. Η ένδειξη πίεσης στο μανόμετρο πέφτει. Σημειώνουμε την τιμή στον πρώτο κτύπο που ακούγεται. Είναι ο ήχος που παράγεται από τη διάταση της αρτηρίας και γίνεται αντιληπτός τη στιγμή που η πίεση στην περιχειρίδα θα γίνει λίγο μικρότερη από την πίεση στην αρτηρία. Αυτή η μέτρηση αντιστοιχεί στη συστολική αρτηριακή πίεση.

Η διαστολική πίεση.

Όσο περισσότερο ξεφουσκώνουμε την περιχειρίδα, τόσο η ένδειξη στο μανόμετρο συνεχίζει να πέφτει. Συγκρατούμε την ένδειξη στην οποία σταματούν να ακούγονται κτύποι στο στηθοσκόπιο. Αυτή αντιστοιχεί στη διαστολική πίεση και αντιπροσωπεύει την πίεση της αρτηρίας που βρίσκεται σε χαλάρωση ανάμεσα στις συστολές της καρδιάς.
Σε μερικές περιπτώσεις, ειδικά στους ηλικιωμένους, οι κτύποι μπορεί να ακούγονται μέχρι και το μηδέν. Ο γιατρός θα μας εξηγήσει και θα μας βοηθήσει στο σωστό υπολογισμό.

Είδη πιεσόμετρων:

Υπάρχουν τρία είδη πιεσόμετρων, ανάλογα με το μανόμετρο που περιέχουν: τα υδραργυρικά, τα μεταλλικά και τα ηλεκτρονικά. Πιο ακριβή θεωρούνται τα υδραργυρικά πιεσόμετρα αλλά δεν είναι πρακτικά για χρήση στο σπίτι. Τα ηλεκτρονικά θεωρούνται εξίσου καλά με τα μεταλλικά, είναι όμως πιο εύκολα στη χρήση τους. (Υπάρχουν και οι δακτυλικές συσκευές μέτρησης της πίεσης, αλλά δεν θεωρούνται αξιόπιστες για χρήση στο σπίτι).
Επιπρόσθετα η διάσταση της περιχειρίδας που θα επιλέξουμε πρέπει να είναι η κατάλληλη για το χέρι μας.


Πότε πρέπει να μετράμε την πίεση;

Ακόμα και όταν αισθανόμαστε υγιείς, είναι πολύ σημαντικό να ελέγχουμε την αρτηριακή μας πίεση. Αν η πίεση δεν ξεπερνά τα 140/90 mmHg και είμαστε ελεύθεροι από τους υπόλοιπους παράγοντες κινδύνου, πρέπει να τη μετρήσουμε πάλι σε ένα χρόνο. Σε άλλες περιπτώσεις τη μετράμε συχνότερα και συμβουλευόμαστε το γιατρό. Στις μεγάλες ηλικίες συστολική πίεση έως και 160 mmHg θεωρείται ανεκτή.


Πώς γίνεται η διάγνωση της υπέρτασης;

Η διάγνωση της υπέρτασης γίνεται μόνο με το πιεσόμετρο. Αν η αρτηριακή πίεση σε μια πρώτη επίσκεψη βρεθεί μεγαλύτερη από την κανονική, τότε ο γιατρός θα μας ξανακαλέσει για συμπληρωματικές μετρήσεις μέσα σε διάστημα λίγων εβδομάδων ή και περισσότερο, για να βεβαιωθεί ότι έχουμε υπέρταση.
Η αρτηριακή πίεση μεταβάλλεται πολλές φορές κατά τη διάρκεια της ημέρας και από μέρα σε μέρα. Επηρεάζεται επίσης από άλλους παράγοντες, όπως η συναισθηματική κατάσταση και η σωματική κόπωση. Γι' αυτούς τους λόγους έχει επικρατήσει ο έλεγχος της πίεσης να γίνεται σε ήσυχο χώρο, χωρίς εκνευριστικές συζητήσεις, με τον ασθενή να κάθεται άνετα τουλάχιστον για πέντε λεπτά, με το χέρι του να στηρίζεται σε ένα τραπέζι, χωρίς να έχει καπνίσει ή να έχει πιει καφέ τα τελευταία τριάντα λεπτά.
Η αρτηριακή πίεση παρουσιάζει μικρή διαφορά μεταξύ των χεριών. Έτσι, αν ο γιατρός υποψιάζεται ότι έχουμε υπέρταση, θα μετρήσει την πίεση και στα δύο χέρια κατά την πρώτη επίσκεψη και μάλιστα δύο ή και τρεις φορές. Το χέρι που θα έχει τη μεγαλύτερη πίεση θα χρησιμοποιηθεί και για τις μελλοντικές μετρήσεις. Η πίεση επίσης λαμβάνεται σε όρθια και καθιστή θέση. Αν αυτές οι μετρήσεις δείξουν ότι έχουμε υπέρταση, τότε ο γιατρός θα ρωτήσει για το ιατρικό ιστορικό μας, θα μας εξετάσει και θα παραγγείλει κάποιες εργαστηριακές εξετάσεις.

Το ιατρικό ιστορικό.

Ο γιατρός θα ρωτήσει σχετικά με την κατάσταση της υγείας μας κατά το παρελθόν και για τον τρόπο της ζωής μας. Οι απαντήσεις του παρέχουν σημαντικές πληροφορίες για την κατάστασή μας και για τον τρόπο θεραπείας. Είναι επομένως προς όφελός μας οι απαντήσεις να είναι ακριβείς και ειλικρινείς.
Μερικά πράγματα που θα θελήσει να μάθει ο γιατρός είναι:
Αν είχαμε συμπτώματα, όπως αδυναμία, ρινορραγία, πονοκεφάλους, πόνο στο στήθος, αίσθημα παλμών και άλλα, που μπορεί να σχετίζονται με υψηλή πίεση και καρδιακές παθήσεις.
Αν παίρναμε φάρμακα για κρυολόγημα, για αρθρίτιδα, ανορεκτικά, αντισυλληπτικά και άλλα, που είναι πιθανό να τροποποιούν την πίεσή μας.
Αν άλλα μέλη της οικογένειας ακολουθούν θεραπεία για υπέρταση, νεφρικές παθήσεις, καρδιακά προβλήματα, εγκεφαλικά επεισόδια ή άλλες σχετικές ασθένειες.
Αν η δουλειά μας, οι οικογενειακές μας σχέσεις, οι συνήθειες, η διατροφή, η ιδιοσυγκρασία μας μπορούν να σχετίζονται με υπέρταση.
Αν έχουμε συμπτώματα που συνδυάζονται με δευτεροπαθείς αιτίες υπέρτασης.
Αν σε προηγούμενες εξετάσεις μας υπήρχαν αυξημένες τιμές χοληστερόλης, τριγλυκεριδίων, σακχάρου, ουρίας, ορμονών θυρεοειδούς κλπ.

Η κλινική εξέταση.

Ο γιατρός θα μας εξετάσει για να διαπιστώσει αν η υπέρταση έχει προκαλέσει βλάβες στην καρδιά, στα αγγεία, στα νεφρά, στα μάτια ή για σημεία που θα τον οδηγήσουν σε πάθηση η οποία μπορεί να είναι η αιτία της πίεσής μας. Τα αγγεία του ματιού παρέχουν πολύ πρώιμα σημεία βλάβης και γι' αυτό συχνά εξετάζονται από το γιατρό με τη βοήθεια του οφθαλμοσκοπίου. Είναι τα μόνα αγγεία που μπορούν να εξεταστούν δια γυμνού οφθαλμού και δίνουν σημαντικές πληροφορίες για την κατάσταση των αρτηριών όλου του σώματος.
Οι καρδιακοί τόνοι εξετάζονται με το στηθοσκόπιο και οποιαδήποτε αλλαγή μπορεί να είναι ενδεικτική της επίδρασης της υπέρτασης στη λειτουργικότητα της καρδιάς. Θα γίνει ακρόαση των πνευμόνων. Θα ελεγχθεί επίσης ο σφυγμός για σημεία που υποδηλώνουν μειωμένη αιματική ροή. Θα ελεγχθεί το σωματικό βάρος και θα ληφθούν δείγματα αίματος και ούρων για εργαστηριακές αναλύσεις. Επίσης θα γίνει ηλεκτροκαρδιογράφημα, ακτινογραφία θώρακος και ίσως υπερηχοκαρδιογράφημα.

To Holter πίεσης.

Σε ένα ποσοστό ασθενών η αρτηριακή πίεση όταν μετριέται στο ιατρείο είναι αυξημένη, ενώ στο περιβάλλον του ασθενούς και όλη την ημέρα κυμαίνεται σε φυσιολογικά επίπεδα. Αυτή η περίπτωση είναι γνωστή ως υπέρταση της ''λευκής μπλούζας'' και κύριο αίτιό της είναι ο φόβος του ασθενούς για το περιβάλλον αλλά και το γιατρό.
Σε αυτές τις περιπτώσεις και σε άλλες, που ο γιατρός χρειάζεται να είναι σίγουρος για την ύπαρξη της υπέρτασης αλλά και την επιτυχία της φαρμακευτικής αγωγής, χρησιμοποιεί το Holter πίεσης, ένα είδος πιεσόμετρου που ο ασθενής το φοράει στο χέρι του επί 24 ώρες. Η 24ωρη καταγραφή της αρτηριακής πίεσης, όπως καλύτερα λέγεται, έχει ως πλεονέκτημα την καταγραφή της πίεσης σε πιο ρεαλιστικές συνθήκες, αντιπροσωπευτικές της φυσιολογικής συμπεριφοράς και δραστηριότητας του ατόμου.

Γιατί είναι τόσο σημαντική η θεραπεία;

Παρ' όλο που μπορεί να αισθανόμαστε καλά και χωρίς θεραπεία, ο πιο σημαντικός λόγος αντιμετώπισης της υπέρτασης είναι η παρεμπόδιση των σημαντικών της επιπτώσεων, που είναι τα καρδιακά και εγκεφαλικά επεισόδια, η νεφρική ανεπάρκεια και η καταστροφή γενικά των αγγείων. Σύμφωνα με στατιστικές, ακόμη και ήπια υπέρταση μπορεί να μειώσει το λεγόμενο "προσδόκιμο επιβίωσης", δηλαδή τα χρόνια που κατά μέσον όρο προβλέπεται να ζήσουμε. Μπορεί να έχουμε υπέρταση 10 ή και 20 χρόνια χωρίς να έχουμε κάποια συμπτώματα, αλλά μερικές σημαντικές μόνιμες βλάβες σε διάφορα όργανα του σώματος να έχουν ήδη συμβεί.
Όταν η αρτηριακή πίεση παραμένει σταθερά υψηλή, πιέζει τα τοιχώματα των αγγείων με επιπρόσθετη δύναμη. Ο μυϊκός χιτώνας των μεγάλων αρτηριών (π.χ. της αορτής) γίνεται σκληρός και παχύνεται. Έτσι τα αγγεία χάνουν την ελαστικότητά τους, ο αυλός γίνεται στενότερος και τα τοιχώματα πιο δύσκαμπτα. Η στένωση των αγγείων έχει ως συνέπεια την περαιτέρω αύξηση της αρτηριακής πίεσης και βέβαια τη μείωση της προσφοράς αίματος στα ζωτικά όργανα και τη δυσλειτουργία τους. Όσο μεγαλώνουμε οι αρτηρίες σκληραίνουν και χάνουν την ελαστικότητά τους. Η υπέρταση επιταχύνει τη διαδικασία της σκλήρυνσης στα μεγάλα αλλά και στα μικρά αγγεία. Όσο συνεχίζεται αυτός ο κύκλος, αυξάνεται και ο κίνδυνος των σοβαρών επιπλοκών.
Η υψηλή αρτηριακή πίεση δυσχεραίνει την προσπάθεια της καρδιάς να προωθήσει το αίμα, ειδικά όταν έχουμε παχυσμένα και στενωμένα αγγεία και την αναγκάζει να συστέλλεται εντονότερα. Τελικά, αυτή η υπερπροσπάθεια της καρδιάς καταλήγει πρώτα στην υπερτροφία των τοιχωμάτων της, η οποία από μόνη της είναι επικίνδυνη για ανάπτυξη καρδιαγγειακών επιπλοκών και στη συνέχεια στην ελάττωση της ικανότητας του καρδιακού μυός να κυκλοφορήσει το αίμα, μια κατάσταση που ονομάζεται "καρδιακή ανεπάρκεια".

Τι είναι η αρτηριοσκλήρυνση;

Τα εσωτερικά τοιχώματα των φυσιολογικών αγγείων είναι λεία και ελαστικά και το αίμα ρέει σ' αυτά μεταφέροντας οξυγόνο και θρεπτικά συστατικά στους διάφορους ιστούς του σώματος. Καθώς ο άνθρωπος γερνά, λίπη και άλλες ουσίες συγκεντρώνονται στα τοιχώματα των αγγείων, σε σχηματισμούς που ονομάζονται αθηρωματικές πλάκες. Αυτή η διεργασία είναι γνωστή σαν αρτηριοσκλήρυνση. Καθώς οι πλάκες αυτές με το πέρασμα του χρόνου μεγαλώνουν, ο αυλός των αγγείων στενεύει και πολλές φορές κλείνει εντελώς.
Η αρτηριοσκλήρυνση είναι μια πάθηση με βραδεία εξελικτική πορεία, η οποία πιστεύεται ότι ξεκινά από την παιδική ηλικία. Συνήθως περνούν χρόνια ώσπου η αθηρωματική πλάκα να σχηματιστεί και να μεγαλώσει μέσα στην αρτηρία, η πάθηση όμως αυτή οδηγεί σε πολλά, διαφορετικών τύπων κυκλοφορικά προβλήματα, με πιο σημαντικά τα καρδιακά και τα εγκεφαλικά επεισόδια. Η αρτηριοσκλήρυνση αποτελεί πολύ σημαντικό πρόβλημα, όταν αναπτύσσεται και στενεύει τις στεφανιαίες αρτηρίες, οι οποίες τροφοδοτούν με αίμα τον καρδιακό μυ. Εξ αιτίας της το αίμα δεν μπορεί να φτάσει στην καρδιά στην ποσότητα που πρέπει και ο καρδιακός μυς παρουσιάζει έλλειψη οξυγόνου.
Η προσβολή των στεφανιαίων αρτηριών ονομάζεται "στεφανιαία νόσος". Η στεφανιαία νόσος είναι η κυρίαρχη αιτία εκδηλώσεων όπως η στηθάγχη και το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου. Στηθάγχη έχουμε όταν μέρος της καρδιάς παροδικά σταματήσει να τροφοδοτείται με αρκετό οξυγόνο, ενώ έμφραγμα συμβαίνει όταν τμήμα του καρδιακού μυός δεν τροφοδοτείται καθόλου με οξυγόνο για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η περιοχή του καρδιακού μυός που χάνει την οξυγόνωσή της καταστρέφεται και τα καρδιακά κύτταρα πεθαίνουν. Το εγκεφαλικό επεισόδιο είναι μια μορφή αγγειακής νόσου που προσβάλλει τις αρτηρίες του εγκεφάλου. Εγκεφαλικό συμβαίνει όταν μια αρτηρία στον εγκέφαλο σπάσει ή αποφραχθεί με πήγμα αίματος που αναπτύσσεται εκεί ή μεταφέρεται από άλλο μέρος του κυκλοφορικού συστήματος. Ένα τμήμα του εγκεφάλου τότε νεκρώνεται και το τμήμα του σώματος που ελέγχεται απ' αυτό παραλύει.

Σε ποιες τιμές πίεσης στοχεύουμε θεραπεύοντας την υπέρταση;

Είναι σημαντικό να διατηρείται η αρτηριακή πίεση σε τιμές μικρότερες του 140 mmHg για τη συστολική και 90 mmHg για τη διαστολική. Όταν συνυπάρχουν άλλες παθήσεις, κυρίως σακχαρώδης διαβήτης ή νεφρική ανεπάρκεια, είναι φρόνιμο η πίεση να διατηρείται σε ακόμη χαμηλότερες τιμές. Σε ηλικιωμένους ασθενείς ο στόχος πρέπει να είναι ο ίδιος, όπως και στους νεότερους, δηλαδή 140/90 mmHg. Πολλές φορές αυτό δεν επιτυγχάνεται εύκολα, κυρίως όταν η συστολική πίεση είναι πολύ μεγάλη. Σε αυτές τις περιπτώσεις ενδιάμεσος στόχος κοντά στα 160 mmHg είναι αποδεκτός.

Είναι η χαμηλή αρτηριακή πίεση επικίνδυνη;

Φαίνεται πως όχι. Εκείνοι που έχουν χαμηλή πίεση δεν πρέπει να ανησυχούν, αλλά να φροντίζουν για τη διατήρησή της.

Συστολική υπέρταση.

Είναι η πιο συχνή μορφή υπέρτασης στους ηλικιωμένους ασθενείς. Συνήθως με την πρόοδο της ηλικίας η συστολική πίεση αυξάνεται, ενώ η διαστολική την ακολουθεί μέχρι την ηλικία περίπου των 60 ετών, ενώ μετά μένει σταθερή και αργότερα μειώνεται. Το 60% των ηλικιωμένων υπερτασικών έχει συστολική μόνο υπέρταση, η οποία δεν έχει συμπτώματα, αλλά είναι το ίδιο επικίνδυνη και πρέπει να θεραπεύεται.

Τι πρέπει να κάνουμε για να ελέγξουμε την αρτηριακή πίεση και να προστατέψουμε τον
εαυτό μας από σοβαρά καρδιαγγειακά προβλήματα;

Δύο είναι οι σημαντικές προτεραιότητες:
1. 1. Η ανάγκη να βοηθήσουμε τον εαυτό μας έχοντας πάντοτε υπόψη ότι ακόμα και αν έχουμε ήπια υπέρταση, είμαστε ευπρόσβλητοι σε σοβαρές ασθένειες που αφορούν την καρδιά και τα αγγεία μας.
2. 2. Το καθήκον να ακολουθούμε πιστά τις συστάσεις και τις συμβουλές του γιατρού μας, όσον αφορά τη φαρμακευτική αγωγή, τη δίαιτα και τα άλλα θεραπευτικά μέτρα.

Πώς μπορεί να ελεγχθεί η υπέρταση χωρίς φάρμακα;

Η αρτηριακή πίεση μπορεί να μειωθεί σε πολλά άτομα χωρίς τη χρήση φαρμάκων: με την απώλεια βάρους, με την ελάττωση της πρόσληψης αλατιού ή με τον έλεγχο του άγχους. Αν έχουμε ήπια υπέρταση, μόνο με τα παραπάνω μπορεί να επαναφέρουμε την πίεσή μας σε φυσιολογικά επίπεδα, χωρίς να χρειαστούν φάρμακα. Στη χειρότερη περίπτωση μπορεί να χρειάζονται λιγότερα φάρμακα και σε μικρότερη δόση. Η διατήρηση ενός τρόπου υγιεινής ζωής αναγνωρίζεται ως ο ακρογωνιαίος λίθος στην αντιμετώπιση της υπέρτασης.
Αν είμαστε υπέρβαροι.

Η παχυσαρκία υποβάλλει την καρδιά μας σε ένα επιπλέον φορτίο. Ακόμη και κατά την ανάπαυση ένα υπέρβαρο σώμα επιβαρύνει κατά πολύ την καρδιακή λειτουργία, γιατί χρειάζεται περισσότερο οξυγόνο.

Σύμφωνα με στατιστικές:
Η πιθανότητα καρδιακής προσβολής και θανάτου από καρδιακές παθήσεις είναι πολύ μεγαλύτερη ανάμεσα σε ανθρώπους παχύσαρκους, σε σχέση με ανθρώπους που έχουν φυσιολογικό βάρος.
Οι υπέρβαροι είναι πιο πιθανό να πάσχουν από υπέρταση και συχνά έχουν υψηλά επίπεδα χοληστερόλης, καταστάσεις που αυξάνουν τον κίνδυνο για καρδιακές παθήσεις.
Οι στατιστικές δείχνουν ότι έχουμε πτώση της αρτηριακής πίεσης με την απώλεια βάρους, ακόμη και λίγων κιλών, και ότι η πίεση παραμένει φυσιολογική, εφόσον δεν ξαναπάρουμε τα πρόσθετα κιλά. Επί πλέον, η απώλεια βάρους ενισχύει τη δράση των αντιϋπερτασικών φαρμάκων και διευκολύνει τον έλεγχο των άλλων παραγόντων κινδύνου, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης και η δυσλιπιδαιμία.
Μερικές φορές η απώλεια βάρους μπορεί να είναι η μόνη απαιτούμενη θεραπεία για την πτώση της πίεσης. Τα ανορεκτικά φάρμακα πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή, γιατί πολλά από αυτά αυξάνουν την αρτηριακή πίεση. Οι κακές διατροφικές συνήθειες αποτελούν την πιο συνηθισμένη αιτία της παχυσαρκίας. Οι συνήθειες αυτές δύσκολα μπορούν να αλλάξουν, ιδίως αν δεν υπάρξει βοήθεια από γιατρούς και διαιτολόγους.
Οι ειδικοί διαιτολόγοι μπορούν να μας βοηθήσουν:
Θέτοντας ρεαλιστικούς στόχους για το πόσα κιλά πρέπει να χάνουμε από εβδομάδα σε εβδομάδα και από μήνα σε μήνα.
Συνιστώντας τις τροφές που πρέπει να προτιμάμε και υποδεικνύοντας αυτές που πρέπει να αποφεύγουμε.
Προτείνοντας φαγητά υγιεινά, χαμηλής θερμιδικής αξίας, που διατηρούν τη νοστιμιά τους.
Εξηγώντας τους λόγους για τους οποίους πολλές επιθετικές και πολλά υποσχόμενες δίαιτες σπάνια βοηθούν.
Ο ασφαλέστερος και ευκολότερος τρόπος για να χάσουμε βάρος και να μην το ξαναπάρουμε είναι η αυτοσυγκράτηση, η σωστή καθοδήγηση και η αλλαγή των διατροφικών μας συνηθειών.

Αν χρειάζεται να περιορίσουμε την πρόσληψη αλατιού (Χλωριούχου νατρίου).

Το νάτριο είναι σημαντικό μέταλλο για το σώμα μας, αφού το βοηθά να διατηρεί την ισορροπία των υγρών του. Ο οργανισμός μας χρειάζεται περίπου 0,3 gr νατρίου την ημέρα, αλλά οι περισσότεροι σήμερα καταναλώνουμε 3 - 6 gr. Η κύρια πηγή νατρίου είναι το μαγειρικό αλάτι και υπολογίζεται ότι μια κουταλιά του γλυκού αλάτι περιέχει 2 gr νατρίου.
Η θεραπεία της υπέρτασης περιλαμβάνει και τον περιορισμό του αλατιού. Μερικοί άνθρωποι ανταποκρίνονται αμέσως στον έλεγχο της πίεσης με τον περιορισμό του αλατιού. Αν απαιτούνται φάρμακα, η μείωση του αλατιού ενισχύει τη δράση τους.
Η μείωση της ημερήσιας πρόσληψης αλατιού μπορεί να επιτευχθεί:
Τρώγοντας φαγητά φρέσκα και όχι διατηρημένα. Σημειώνεται ότι το 75% του προσλαμβανόμενου αλατιού προέρχεται από αυτά τα τρόφιμα.
Προσέχοντας πάντα τις ενδείξεις στις συσκευασίες των συντηρημένων τροφίμων και αποφεύγοντας αυτά που έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε αλάτι.
Αποφεύγοντας την προσθήκη αλατιού στα φαγητά μας.
Αποφεύγοντας τα πολύ αλατισμένα τρόφιμα, όπως είναι το ψωμί, οι σάλτσες, τα λουκάνικα και μερικά τυριά.
Ο γιατρός ή ο διαιτολόγος μπορούν να μας ενημερώσουν για την ποσότητα του αλατιού που περιέχουν τα διάφορα τρόφιμα και για τα φαγητά που πρέπει να αποφεύγουμε.
Στην αρχή τα φαγητά θα μας φαίνονται άνοστα. Σιγά σιγά όμως θα συνηθίσουμε τη γεύση τους, χωρίς να προσθέτουμε αλάτι. Σκευάσματα αλατιού που δεν περιέχουν νάτριο μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε με την άδεια του γιατρού.

Η αύξηση του καλίου.

Η υψηλή περιεκτικότητα των τροφών σε κάλιο μπορεί να προστατέψει από την ανάπτυξη υπέρτασης και να βοηθήσει την προσπάθεια θεραπείας της. Τροφές πλούσιες σε κάλιο είναι τα φρέσκα φρούτα και λαχανικά, καθώς και τα φασόλια.



Αν πίνουμε.

Η μεγάλη κατανάλωση οινοπνεύματος είναι αιτία αύξησης της αρτηριακής πίεσης, αλλά και αιτία ανεπιτυχούς θεραπείας. Συστήνεται η μείωση της κατανάλωσης σε λιγότερο από 30 ml οινοπνεύματος την ημέρα (π.χ. 300 ml κρασιού, 700 ml μπύρας). Σε βαρείς πότες δεν συστήνεται απότομη διακοπή του οινοπνεύματος, γιατί μπορεί να παρατηρηθεί απότομη αύξηση της πίεσης, η οποία όμως σε λίγες ημέρες αποκαθίσταται.

Αν καπνίζουμε.


Στη μακρά λίστα των παθήσεων που προκαλεί το κάπνισμα ιδιαίτερη θέση κατέχουν οι βλάβες της καρδιάς και των αγγείων. Το κάπνισμα δεν προκαλεί υπέρταση, παρά μικρή αύξηση της πίεσης για λίγο, ιδιαίτερα αν συνοδεύεται από ένα φλιτζάνι καφέ, γεγονός που συνηθίζεται. Αποδεδειγμένα όμως:
Επηρεάζει την καρδιά, κάνοντάς την να χτυπά πιο γρήγορα και μακροχρόνια τραυματίζει και στενεύει τα αγγεία, αυξάνοντας έμμεσα την πίεση.
Μειώνει την παροχή οξυγόνου στην καρδιά και σε άλλους ιστούς του σώματος.
Αυξάνει την πηκτικότητα του αίματος.
Προκαλεί καρδιακές αρρυθμίες.
Προκαλεί επιβλαβείς αλλαγές στα λιπίδια που κυκλοφορούν στο αίμα.
Ιατρικές στατιστικές δείχνουν ότι η στεφανιαία νόσος προσβάλλει συχνότερα τους καπνιστές οι οποίοι παρουσιάζουν πολύ δυσκολότερη ανάρρωση μετά από καρδιακά επεισόδια. Με τη διακοπή του καπνίσματος η καρδιά και οι πνεύμονες θα δουλεύουν καλύτερα και το κέρδος για τον οργανισμό θα είναι μεγάλο.
Πολλοί χρόνιοι καπνιστές πιστεύουν ότι δεν βοηθά σε τίποτα η διακοπή του καπνίσματος, γιατί η ζημιά έχει ήδη γίνει. Η άποψη αυτή όμως είναι λανθασμένη. Μόλις ένα χρόνο μετά τη διακοπή του καπνίσματος ο επιπλέον κίνδυνος για καρδιακή προσβολή μειώνεται κατά 50%. Επίσης μειώνεται και ο κίνδυνος θανάτου από άλλες αιτίες. Δεν έχει σημασία η ηλικία μας ή το διάστημα που καπνίζουμε. Διακόπτοντας το κάπνισμα βελτιώνουμε την κατάσταση της υγείας μας και αυξάνουμε τα χρόνια της ζωής μας. Πρέπει τέλος να τονισθεί ότι και εκείνοι που ζουν μαζί μας και εισπνέουν τον καπνό του τσιγάρου μας, κινδυνεύουν.

Αν πίνουμε καφέ.

Η καφεΐνη μπορεί απότομα αλλά παροδικά να αυξήσει την αρτηριακή πίεση, αν και συνήθως αναπτύσσεται ανοχή του οργανισμού σ' αυτό το φαινόμενο. Πάντως δεν φαίνεται να υπάρχει σχέση μεταξύ της χρόνιας λογικής κατανάλωσης καφέ και της υπέρτασης.


Αν έχουμε υπερβολικό άγχος.

Το άγχος πηγάζει συνήθως από πίεση που ασκείται από εξωτερικούς παράγοντες, όπως είναι η δουλειά και η οικογένεια ή από εσωτερικούς παράγοντες, όπως είναι η κατάθλιψη. Σε περιόδους έντονου άγχους η καρδιά χτυπά σε πιο γρήγορους ρυθμούς και η αρτηριακή πίεση αυξάνεται.
Βρίσκοντας τρόπους να ελαττώσουμε το υπερβολικό άγχος έχουμε σημαντικό όφελος στη μείωση της αρτηριακής πίεσης, αλλά και μεγάλη βελτίωση τόσο στη φυσική, όσο και στη συναισθηματική μας κατάσταση. Παρ' όλο που φαίνεται πολύ δύσκολο έως αδύνατο να αποφύγουμε εντελώς το άγχος, πρέπει να προσπαθήσουμε να το ελέγξουμε, αντιδρώντας σε κάθε περίσταση ρεαλιστικά και με μέτρο. Τόσο η υπερδιέγερση, όσο και η απάθεια στις διάφορες αγχογόνες καταστάσεις οδηγούν σε περισσότερο άγχος. Είναι απαραίτητο λοιπόν να ακολουθούμε τις οδηγίες ειδικών, που θα μας βοηθήσουν σ' αυτόν τον κρίσιμο τομέα.

Είναι η σωματική άσκηση σημαντική;


Η διατήρηση του σώματός μας σε καλή φυσική κατάσταση είναι από τα σημαντικότερα εφόδια για την πρόληψη και τη θεραπεία της υπέρτασης. Είναι επίσης γνωστό ότι η μη ανταγωνιστική άσκηση (βάδισμα, ελαφρύ τρέξιμο, κολύμπι) για την αποτροπή καρδιακών παθήσεων και θανάτου από αυτές είναι καθοριστική. Η πλειοψηφία των γιατρών πιστεύει ότι άνθρωποι που δεν γυμνάζονται έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες για καρδιακή προσβολή και δυσκολότερη ανάνηψη μετά από αυτήν.
Έτσι, με το να γυμναζόμαστε τακτικά και προγραμματισμένα, σύμφωνα πάντα με τις οδηγίες των ειδικών, πετυχαίνουμε:
Η καρδιά να αντλεί το αίμα πιο αποδοτικά, η κυκλοφορία να βελτιώνεται και η αρτηριακή πίεση να πέφτει.
Τα επίπεδα της χοληστερόλης και των άλλων λιπιδίων να μειώνονται και έτσι να επιβραδύνεται η ανάπτυξη αρτηριοσκλήρυνσης.
Η μυϊκή δύναμη και ο μυϊκός τόνος να αυξάνονται, με αποτέλεσμα μεγαλύτερη αντοχή και καλύτερη φυσική δραστηριότητα.
Το σωματικό βάρος να ελέγχεται καλύτερα, σε συνδυασμό πάντα με την κατάλληλη δίαιτα.
Μεγάλη βελτίωση στη συναισθηματική κατάσταση, λιγότερο άγχος και καλύτερο ύπνο.

Παράγοντες κινδύνου.

Αφού ο στόχος της θεραπείας της υπέρτασης είναι η μείωση του όλου καρδιαγγειακού κινδύνου, είναι τουλάχιστον το ίδιο σημαντικό να θεραπευθούν και οι άλλοι παράγοντες που συνυπάρχουν και είναι συνυπαίτιοι (παράγοντες κινδύνου).
Υπάρχουν δύο τύποι παραγόντων κινδύνου. Αυτοί που είναι μόνιμοι και δεν αλλάζουν, όπως η κληρονομική προδιάθεση για εμφάνιση υπέρτασης και καρδιακών παθήσεων και η ηλικία και αυτοί που μπορούν να τροποποιηθούν, όπως τα υψηλά επίπεδα χοληστερόλης στο αίμα, ο σακχαρώδης διαβήτης, το κάπνισμα κ.λπ. Οι περισσότερες από τις αλλαγές του τρόπου ζωής που θα βοηθήσουν στη μείωση της αρτηριακής υπέρτασης, θα δράσουν ευνοϊκά και στους άλλους παράγοντες κινδύνου.
Πρέπει να γίνει κατανοητό βέβαια ότι αν έχουμε μερικούς ή ακόμη και όλους τους παραπάνω παράγοντες κινδύνου, δεν σημαίνει ότι θα προσβληθούμε οπωσδήποτε από κάποια καρδιαγγειακή πάθηση. Οι πιθανότητες όμως είναι σαφώς μεγαλύτερες.

Ποιος από τους παράγοντες κινδύνου είναι σημαντικότερος;

Όλοι θα πρέπει να θεωρηθούν σημαντικοί, γιατί βρίσκονται σε αλληλεξάρτηση μεταξύ τους και επομένως η παρουσία του ενός επιδεινώνει κάποιον άλλο. Βέβαια ισχύει το ότι όσο περισσότερους συγκεντρώνουμε, τόσο πιο πολύ κινδυνεύουμε.



Αν έχουμε υψηλή χοληστερόλη στο αίμα μας.

Διάφορα είδη λιπαρών ουσιών παράγονται στο σώμα και μεταφέρονται με τη ροή του αίματος. Ονομάζονται λιπίδια και ένα από αυτά είναι η χοληστερόλη, που βρίσκεται επίσης σε πολλές τροφές. Καταναλώνοντας τροφές με υψηλή περιεκτικότητα σε χοληστερόλη, ανεβάζουμε τα επίπεδά της στο αίμα.
Παρ' όλο που η πρόσληψη κάποιας ποσότητας χοληστερόλης και άλλων λιπιδίων με το φαγητό είναι απαραίτητη για τις ενεργειακές ανάγκες του σώματος, οι στατιστικές δείχνουν ότι η συνεχής και υπερβολική ποσότητα αυτών των ουσιών στο αίμα είναι η κυριότερη αιτία της αρτηριοσκλήρυνσης, αφού μπορούν να ''κολλήσουν'' και να διεισδύσουν στα τοιχώματα των αρτηριών, αρχίζοντας ή και συνεχίζοντας τη διαδικασία της νόσου. Όσο υψηλότερα είναι τα επίπεδα της χοληστερόλης, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα προσβολής από καρδιαγγειακές παθήσεις. Τα λίπη δεν επηρεάζουν τις τιμές της αρτηριακής πίεσης, αλλά η ποσότητα και το είδος τους στη διατροφή πρέπει να ελέγχονται, γιατί επηρεάζουν το σωματικό βάρος και τις τιμές της χοληστερόλης και των άλλων λιπιδίων. Για να ελαττώσουμε το βάρος μας και για να βελτιώσουμε τις τιμές της χοληστερόλης, πρέπει να ακολουθούμε τις συστάσεις του γιατρού μας.
Μερικές χρήσιμες οδηγίες είναι:
Να αποφεύγουμε φαγητά πλούσια σε χοληστερόλη, όπως είναι τα αυγά, το συκώτι και τα λιπαρά κρέατα.
Να αποφεύγουμε φαγητά που είναι πλούσια στα λεγόμενα κορεσμένα λιπαρά, όπως είναι τα ζωικά και τα γαλακτοκομικά προϊόντα (κρέμες, τυριά και βούτυρα).
Η διατροφή μας να περιλαμβάνει ψάρια, πουλερικά, λαχανικά και φρούτα.
Να μαγειρεύουμε με μικρές ποσότητες φυτικών ελαίων, κυρίως με ελαιόλαδο.

Πότε χρησιμοποιούμε φάρμακα για τη θεραπεία της αρτηριακής υπέρτασης;

Στους ασθενείς, στους οποίους η αύξηση της αρτηριακής πίεσης έχει επιβεβαιωθεί με επανειλημμένες μετρήσεις στο ιατρείο σε διαδοχικές επισκέψεις και στους οποίους τα μη φαρμακευτικά μέσα δεν επιτυγχάνουν ικανοποιητική μείωση της πίεσης, θα χορηγηθεί φαρμακευτική θεραπεία. Για την απόφαση έναρξης θεραπείας με φάρμακα, εκτός από τις τιμές της αρτηριακής πίεσης, ο γιατρός λαμβάνει υπόψη την παρουσία άλλων παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου, καθώς και πιθανές ενδείξεις ότι έχουν προσβληθεί όργανα που συνήθως απειλεί η υπέρταση.

Ποια φάρμακα χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο της υπέρτασης;

Όταν ο έλεγχος της αρτηριακής πίεσης δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί με διαιτητικά ή άλλα μη φαρμακευτικά μέσα, θα χορηγηθούν φάρμακα. Αν ο γιατρός συνταγογραφήσει κάποιο φάρμακο, είναι σημαντικό να ακολουθήσουμε κατά γράμμα τις οδηγίες του. Δεν πρέπει ποτέ να παραλείπουμε κάποιες δόσεις, πιστεύοντας ότι είμαστε καλά και ότι δεν έχουμε ανάγκη τα φάρμακα, γιατί η πίεση μπορεί να παρουσιάσει σημαντική άνοδο.
Χρησιμοποιούνται αρκετοί τύποι φαρμάκων, οι οποίοι δρουν σε διαφορετικά συστήματα του οργανισμού, που είναι υπεύθυνα για τη ρύθμιση της πίεσης. Το φάρμακο που θα χρησιμοποιηθεί εξαρτάται πάντα από τις ανάγκες και την κατάσταση του κάθε ασθενούς. Ωστόσο, μερικά φάρμακα έχουν καλύτερα αποτελέσματα σε μερικά άτομα απ' ό,τι έχουν σε άλλα, ενώ πολλοί χρειάζονται συνδυασμό δύο ή και τριών φαρμάκων, καθώς και διαφορετικές δόσεις του ίδιου φαρμάκου.
Οι διάφοροι τύποι των αντιυπερτασικών φαρμάκων που χρησιμοποιούνται πιο συχνά είναι:

Διουρητικά.

Τα φάρμακα αυτής της ομάδας έχουν χρησιμοποιηθεί πολύ στην υπέρταση. Δρουν αποβάλλοντας νάτριο και νερό μέσω των ούρων. Επομένως, μειώνουν τον όγκο των υγρών στην κυκλοφορία και αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της αρτηριακής πίεσης.
Παρ' όλο που όλα τα διουρητικά έχουν το ίδιο αποτέλεσμα, οι διάφοροι τύποι διαφέρουν στον τρόπο και στην ταχύτητα δράσης.
Η θεραπεία με διουρητικά ίσως μειώσει τη συγκέντρωση του καλίου στο αίμα, γι' αυτό και είναι πιθανόν να απαιτηθεί ακόμα και η χορήγηση σκευασμάτων καλίου. Η πρόσληψη του καλίου με τις τροφές είναι απαραίτητη.

Αναστολείς των β και α υποδοχέων.

Έχει ήδη αναφερθεί σε προηγούμενα κεφάλαια ότι δύο σημαντικοί παράγοντες που επηρεάζουν την αρτηριακή πίεση, είναι η δύναμη συστολής του καρδιακού μυός και η κατάσταση των αγγείων.
Οι β-αναστολείς μειώνουν την αρτηριακή πίεση, αποκλείοντας το σήμα συγκεκριμένων τύπων νεύρων που είναι υπεύθυνα για τη ρύθμιση του καρδιακού ρυθμού και τη δύναμη της καρδιακής συστολής. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της δύναμης που ασκείται στο αίμα και κατ' επέκταση τη μείωση της αρτηριακής πίεσης. Οι β-αναστολείς δεν χορηγούνται συνήθως σε αυτούς που πάσχουν από χρόνιες πνευμονοπάθειες, ενώ η κόπωση και η βραδυκαρδία είναι οι κυριότερες ανεπιθύμητες ενέργειές τους.
Οι α-αναστολείς αποκλείουν άλλους τύπους νεύρων τα οποία ρυθμίζουν τη συστολή και την διαστολή των αγγείων. Ελαττώνουν έτσι την αρτηριακή πίεση, διαστέλλοντας τα αγγεία και επιτρέποντας στο αίμα να ρέει μέσα από αυτά με λιγότερη αντίσταση.

Αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτασίνης (α ΜΕΑ).

Οι αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου αναστέλλουν την παραγωγή από τον οργανισμό μιας ουσίας που λέγεται αγγειοτασίνη, η οποία προκαλεί σοβαρή σύσπαση των αγγείων. Αναστέλλοντας επομένως την παραγωγή αυτής της ουσίας έχουμε αγγειοδιαστολή, με αποτέλεσμα την πτώση της αρτηριακής πίεσης. Η κύρια παρενέργειά τους είναι ένας ξηρός βήχας που εμφανίζεται στο 15% περίπου των ασθενών.

Ανταγωνιστές της αγγειοτασίνης.

Αυτά είναι τα πιο σύγχρονα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης. Προσλαμβάνονται και αποκλείουν τους χώρους σύνδεσης της αγγειοτασίνης και έτσι δεν της επιτρέπουν να δράσει. Έχουν πολλά κοινά στοιχεία με τα προηγούμενα φάρμακα (α-ΜΕΑ) και ένα σημαντικό πλεονέκτημα, την απουσία του ξηρού βήχα. Περιστασιακά μπορούν να προκαλέσουν ζάλη.

Ανταγωνιστές ασβεστίου.

Τα φάρμακα αυτά δρουν κυρίως αποκλείοντας την είσοδο του ασβεστίου στα κύτταρα των αγγείων. Όταν το ασβέστιο φτάσει σε μια συγκεκριμένη συγκέντρωση, παίζει σημαντικό ρόλο σε μια διαδικασία, η οποία προκαλεί συστολή των αγγείων. Επομένως, οι ανταγωνιστές ασβεστίου μειώνουν την αρτηριακή πίεση προκαλώντας αγγειοδιαστολή.
Λόγω του ότι οι ανταγωνιστές ασβεστίου διευκολύνουν τη ροή του αίματος και κατά συνέπεια του οξυγόνου μέσα στα στεφανιαία αγγεία, χρησιμοποιούνται επίσης για τη θεραπεία καρδιακών παθήσεων, όπως είναι η στηθάγχη. Ενοχλητικές παρενέργειες από τη χρήση τους είναι η ταχυκαρδία, ο πονοκέφαλος, οι εξάψεις και το οίδημα των σφυρών.

Περιφερικά αγγειοδιασταλτικά και φάρμακα που δρουν στο κεντρικό νευρικό σύστημα.

Ποιος τύπος φαρμάκου είναι κατάλληλος για μας;

Αν έχουμε υπέρταση, το ποιο ή ποια φάρμακα θα μας χορηγηθούν, εξαρτάται όχι μόνο από το ύψος της αρτηριακής πίεσης, αλλά και από τη γενικότερη κατάσταση της υγείας μας και άλλους παράγοντες. Οι γιατροί συνήθως αρχίζουν τη θεραπεία συνταγογραφώντας μια μικρή δόση ενός φαρμάκου και παρακολουθούν το αποτέλεσμα της δράσης του σε μια μικρή σχετικά χρονική περίοδο. Η δόση μπορεί να αυξηθεί ή μπορεί να χρησιμοποιηθεί κάποιο άλλο φάρμακο, αν η μείωση της αρτηριακής πίεσης δεν μπορεί να φτάσει στα επιθυμητά επίπεδα ή αν εμφανιστούν σοβαρές παρενέργειες του φαρμάκου. Επίσης, μπορεί να προστεθεί στην αγωγή και δεύτερο ή ακόμα και τρίτο φάρμακο για να επιτευχθεί ο στόχος.
Εφόσον επιτευχθεί η επιθυμητή μείωση στην αρτηριακή πίεση, τότε ο γιατρός ίσως τροποποιήσει λίγο την αγωγή, ώστε να γίνει πιο εύκολη η λήψη της. Στόχος είναι η επίτευξη του ελέγχου της αρτηριακής πίεσης χρησιμοποιώντας το μικρότερο αριθμό φαρμάκων, στη μικρότερη δόση και με τις λιγότερες παρενέργειες.

Ποιες είναι οι σπουδαιότερες παρενέργειες των αντιυπερτασικών φαρμάκων;

Όλα τα φάρμακα που συνταγογραφούνται για την υπέρταση έχουν παρενέργειες, αλλά οι περισσότερες είναι μικρής σημασίας, διαρκούν λίγο και συνήθως περνούν απαρατήρητες.
Ωστόσο, πολλοί άνθρωποι φοβούνται και διακόπτουν τη θεραπεία με την εμφάνισή τους. Αυτό είναι επικίνδυνο και δε θα συμβεί αν ο ασθενής ενημερωθεί από το γιατρό για τις πιθανές παρενέργειες των φαρμάκων, το λόγο για τον οποίο παρουσιάζονται, αλλά και το πώς αυτές θα αποφευχθούν ή θα ελαχιστοποιηθούν συνεχίζοντας τη θεραπεία. Πολλές από τις παρενέργειες των αντιυπερτασικών εξαφανίζονται μέσα σε λίγες ημέρες από την έναρξη της θεραπείας. Αν όμως επιμένουν, μπορούμε να τις ελαττώσουμε παίρνοντας μικρότερη δόση. Αυτό όμως πρέπει να γίνεται πάντα σε συνεργασία με το γιατρό.
Τα αντιυπερτασικά φάρμακα μπορεί να προκαλέσουν μεγάλη πτώση της πίεσης, ιδίως στην αρχή της θεραπείας. Η απότομη πτώση της αρτηριακής πίεσης μπορεί να προκαλέσει αδυναμία, καταβολή ή και λιποθυμία. Αυτό μπορεί να συμβεί αμέσως μετά την πρώτη δόση, πριν ακόμη ο οργανισμός προφτάσει να προσαρμοστεί στη χαμηλότερη πίεση.
Οι συνηθέστερες παρενέργειες της κάθε ομάδας των αντιυπερτασικών φαρμάκων αναφέρθηκαν. Άλλες παρενέργειες, όπως η εύκολη κόπωση, οι μυαλγίες, η συμφορημένη μύτη, η ξηρότητα του στόματος, οι συναισθηματικές διαταραχές, οι κράμπες στα πόδια και η ελάττωση της σεξουαλικής ικανότητας μπορεί να συμβούν, αλλά συνήθως οι περισσότερες εξαφανίζονται λίγες μέρες μετά την έναρξη της θεραπείας.

Τι συμβαίνει όταν ξεχνάμε να πάρουμε τα φάρμακά μας;

Όταν γίνει διακοπή της φαρμακευτικής αγωγής, εκείνο που συνήθως συμβαίνει είναι η αύξηση της αρτηριακής πίεσης μέσα σε διάστημα ημερών ή λίγων εβδομάδων. Παραλείποντας μόνο ένα χάπι δεν θα προκληθούν σημαντικές επιπτώσεις, εκτός αν αυτό γίνεται συστηματικά. Εκείνο που έχει σημασία είναι, αν παραλειφθεί μια δόση να μη ληφθεί την επόμενη μέρα διπλάσια δόση για να καλυφθεί το .χαμένο έδαφος. Πρέπει να τονισθεί ότι η χορήγηση των φαρμάκων πρέπει να είναι σταθερή και καθημερινή. Είναι λάθος η τροποποίηση των φαρμάκων ή των δόσεων, επειδή η πίεση βρέθηκε αυξημένη ή ελαττωμένη σε τυχαία μέτρηση. Επίσης, πρέπει να αποφεύγεται η χρήση φαρμάκων που δρουν γρήγορα, όπως τα υπογλώσσια, γιατί προκαλούν απότομη και μεγάλη πτώση της πίεσης, που μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε καρδιακό ή εγκεφαλικό επεισόδιο. Ο κίνδυνος από την υπέρταση είναι μακροχρόνιος και όχι στιγμιαίος.
Μερικά φάρμακα προκαλούν "αντανακλαστική" αύξηση της αρτηριακής πίεσης μια ή δυο μέρες μετά την απότομη διακοπή τους. Γι' αυτό το λόγο, πριν γίνει οποιαδήποτε αναγκαία διακοπή κάποιου φαρμάκου, πρέπει να το γνωρίζει ο γιατρός μας.

Αν χρειάζεται να παίρνουμε φάρμακα και για άλλα νοσήματα.

Αν παίρνουμε αντιυπερτασικά φάρμακα, πρέπει πάντα να συμβουλευόμαστε το γιατρό για την ταυτόχρονη λήψη φαρμάκων για άλλες παθήσεις. Φάρμακα κατά του κρυολογήματος, ανορεκτικά, ρινικά σπρέι, υπακτικά, αντιόξινα, φάρμακα για την αρθρίτιδα κ.α. αλληλεπιδρούν με τα αντιυπερτασικά φάρμακα και μπορεί να αυξήσουν την πίεση.

Τι πρέπει να ξέρουμε για τα φάρμακα;

Όταν χρησιμοποιούμε φάρμακα για την υπέρταση ή για άλλο λόγο πρέπει να ξέρουμε:
Το όνομά τους και για ποιο λόγο τα παίρνουμε.
Την ακριβή δοσολογία τους (την ποσότητα και τη συχνότητα).
Τις πιθανές παρενέργειες και πώς να αντιδράσουμε αν εμφανιστούν.
Αν είναι ασφαλής η λήψη των φαρμάκων αυτών, σε συνδυασμό με άλλα φάρμακα που θα τύχει να πάρουμε για άλλους λόγους.
Αν πρέπει ταυτόχρονα με τη λήψη τους να αποφεύγουμε κάποια φαγητά, να πίνουμε αλκοόλ ή να οδηγούμε.

Μαθαίνοντας να ζούμε με την υπέρταση.

Μόλις διαπιστώσουμε ότι έχουμε υπέρταση και ότι χρειαζόμαστε θεραπεία:
Αρχίζουμε τη θεραπεία και τη συνεχίζουμε, ακόμη και όταν αισθανόμαστε καλά, γιατί η υπέρταση οδηγεί σε άλλα σοβαρότερα προβλήματα υγείας, που δύσκολα θεραπεύονται.
Αφήνουμε τον εαυτό μας να συνηθίσει στο φάρμακο. Αυτό ίσως χρειαστεί μερικές εβδομάδες, το αποτέλεσμα όμως συνήθως μας ανταμείβει.

Παίρνουμε τα φάρμακά μας κάθε μέρα;
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι το κέρδος από τη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης είναι μεγαλύτερο από τις μικρές και παροδικές παρενέργειες που μπορεί να προκαλέσουν τα φάρμακα.
Δεν πρέπει να απογοητευόμαστε από το γεγονός ότι πρέπει να παίρνουμε φάρμακα για όλη μας τη ζωή.
Αλλάζοντας τη διατροφή και γενικότερα τον τρόπο ζωής μας μπορεί να περιορίσουμε την ανάγκη λήψης φαρμάκων για τον έλεγχο της υπέρτασης.
Βελτιώνουμε τη συναισθηματική και τη φυσική μας κατάσταση.

Και το πιο σημαντικό:
Βοηθάμε τον εαυτό μας, για να ζήσουμε περισσότερα χρόνια υγιείς.

ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΦΟΒΟΜΑΣΤΕ ΤΗΝ ΥΠΕΡΤΑΣΗ! ΘΕΡΑΠΕΥΕΤΑΙ. 

Οι πληροφορίες είναι από δουλειά του


 Χρήστος Παναγούλης
Διευθυντής καρδιολόγος
ΓΝΑ Γ. Γεννηματάς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου